Thursday, March 29, 2007


...σαν σήμερα γεννήθηκα. Δεν το μετανιώνω, νομίζω...
Δεν θέλω δώρα, δεν θέλω τραγούδια, δεν θέλω φωνές...
Μόνο να με θυμούνται αυτοί οι κάποιοι
μ' ένα χαμόγελο στην άκρη του χειλιού,
που σαν σήμερα γεννήθηκα

Tuesday, March 27, 2007




μια Κυριακή του Ήλιου, θέλησα να πω μια ιστορία/
ποιος μου την έκλεψε; πάλι δεν ήταν αρκετή ;
στην πατούσα μου όλες οι φωνές των Άλλων//
κι εγώ το μόνο που ήθελα...
να μεταμορφωθώ από Λούλου σε Οφηλία/
να αφεθώ/να πλημμυρίσω τις σκέψεις σας/
κι εσείς τόσο κοντά ο ένας στον άλλον/δεν κάνατε χώρο//
αλλά την επόμενη φορά θα ξέρω/θα κολυμπήσω στο χρόνο, στα όρια/
θα πολεμήσω, ετοιμοπόλεμη/χωρίς σκοπό/ή προς τη λίμνη ίσως
στις καλαμιές/μέσα στην πόλη, αλλά αλλλού/
θα σας μπερδέψω κι από εχθροί θα θέλετε να γίνετε φίλοι///
κι εγώ ΔΕΝ ΘΑ ΘΕΛΩ πια...

Sunday, March 25, 2007


..."ποιος σου έκλεψε ας ξέραμε τη χαρά σου"...

λαγνεία, σε κρυμμένα δωμάτια/που μπαίνει το φως ντροπαλό/πορτοκαλ/ι
μας αραδιάζει τις νότες του/το κορμί αδειά/ζει//ρουφάει θαρρώ τα φωτόνια/μπορώ να χω κι εγώ ένα/πλασμένος ο κόσμος/στα χέρια σου/για όμορφους ανθρώπους//πονάει/καμιά φορά/μα το απαλύνει/η γράμμωση στο μπράτσο σου/και μια υποψία πορτοκαλ/ιού, του ήλιου νομίζω/κάτω απ' τα νύχια σου//πώς λαγοκοιμάται η λαγνεία//σ ' έναν κόσμο για όμορφους ανθρώπους/ήρθες αλλά δε στάθηκες αρκετά, για να μετρήσω τις ραβδώσεις των χεριών ή των χειλιών σου/και τώρα μόνο τις ονειρεύομαι, τις υποψιάζομαι, ή αν είμαι τυχερή τις ψάχνω σε άλλους, όμορφους, ανθρώπους

"μ' έμαθες να κοιτάω χαμηλά"

Thursday, March 22, 2007


Monday, March 19, 2007


να 'ταν το μέρος που κοιμάσαι/που αράζεις/όταν η ζωή σε φτάνει στα όρια/κι εκεί στέκεσαι/στο ενδιάμεσο/κι αποκοιμιέσαι/σε τούτη τη σκιά/τις δύσκολες ώρες/στο ενδιάμεσο/ανάμεσα σε δύο χώρες/τη δική σου, τη δική μου/ποια γη ποτίζεις/όταν δεν κοιμάσαι/ΕΔΩ

Saturday, March 17, 2007











στα χνάρια
μιας πληγής του Φαραώ
έλεγα
να σε
ακολουθήσω
αλλά εσύ είσαι διαφορετική, μικρή μου αγαπημένη//
στάζεις αίμα στο πίσω μέρος του σβέρκου/
σ' ακολουθώ με κλειστά μάτια/
στάζεις αίμα στ' ακροδάχτυλα/ σ' άκουσα/
να μου σφυρίζεις τις διαδρομές σου μέσα απ' τα σπαρτά//
ώσπου να πάρεις το χρώμα της ασφάλτου/
εσύ είσαι διαφορετική, αγαπημένη...
παλεύεις στου κρανίου τα τοιχώματα//
κρανίου τόπος//
να σε μαζέψω, να σε ταριχεύσω, να σε χαιδέψω,
κάθε που η τύχη μου τελειώνει

Thursday, March 15, 2007



ποιο φως ; ( ο λόγος νεκρός )

Tuesday, March 13, 2007

Όνειρο ??: Είναι πρωί και ξυπνάς και ξυπνάω και μου λες κοιμήσου! &κατεβαίνεις στην παραλία του παραδείσου.

&:κατεβαίνω κι εγώ με γυμνά πόδια στην άμμο κι ένα ζευγάρι τακούνια στο χέρι. (ρωτάς: το κλειδί το έχεις φέρει;)

&:κάθομαι κάπου μακριά. Και μου λες «έλα κάτσε μαζί μου, έλα κοντά»

&:καθαρίζεις φρούτα (αχλάδια,πεπόνι&ανανά). Ρωτάς αν πεινάω. Κοιτάς πονηρά, απλώνεις το χέρι και μου δίνεις να φάω.

&:φεύγω για λίγο. &μη νομίζεις:σε είδα να με ψάχνεις με την άκρη του ματιού σου,(φοβάσαι μην φύγω;)

&:είσαι κουρασμένος, αλλά ακόμα θέλεις παιχνίδια: γέρνεις το κεφάλι, σουφρώνεις τα χείλια , σηκώνεις τα φρύδια.

&:είμαι κουρασμένη, αλλά όλα γύρω λάμπουν, όλα είναι καθαρά.
Η θάλασσα καίγεται, ο αέρας σκορπάει φωτιά. Μία φορά-Ποτέ ξανά



Μια στιγμή που έγινε όνειρο που το φέρνει μαζί του ο ήλιος όταν έρχεται και τώρα πια που η μνήμη κρατάει πολύ λίγα κι ο χρόνος μετράει ασταμάτητα γυρίζει πάλι σαν όνειρο τόσο καθαρό... σαν να μην έγινε ποτέ κι ας έγινε και το ξέρω ποτέ δε θα ξαναγίνει και τώρα πια είναι μόνο φως που αστράφτει καθαρό... δεν είναι γεγονός είναι όνειρο φωτογραφίες του μυαλού στη σειρά λίγες καθαρές στιγμές αποτυπωμένες στον ήλιο...
Και είμαι ο τελευταίος αυτόπτης μάρτυρας αυτού που ήταν.
Μόνο εγώ μπορώ να δω αυτό το όνειρο γραμμένο στην μπομπίνα του καθαρού ουρανού να προβάλλεται - ξανά και ξανά - με τον ήλιο - το πρωί - που με ξυπνάει.


Πραγματικότητα : γυρνώ σπίτι μόνη/ κλειδώνει η πόρτα/ αφήνει πίσω της θορύβους/ κάποια μέρα θα τους μαζέψω σ' ένα καλάθι/ φόβοι,πάθη/ όλα θα πεταχτούν απ' το παράθυρο/ χαρτάκια να τα μαζέψει ο πρώτος περαστικός

Thursday, March 08, 2007

Ένιωσες ποτέ πως θέλεις να πεθάνεις ; Το ‘νιωσες να ανεβαίνει σαν αίμα στο κεφάλι σου , να μην μπορείς να κατευθύνεις το μυαλό σου σε άλλη σκέψη ; Δεν υπάρχει διέξοδος- μιλάω για έναν διάδρομο όλο πόρτες κλειστές- ψάχνεις ν’ ανοίξεις, τρέμεις στην ιδέα του τι κρύβεται από πίσω τρέχεις απ’ άκρη σ’ άκρη του διαδρόμου- το σκέφτεσαι , το ξανασκέφτεσαι , λογικά και ψύχραιμα , λίγος πανικός μετά , οι μέρες περνάνε , που είναι λοιπόν το δίλημμα ; -- Κοιμάσαι, τρως,
στο διάδρομο, κοιμάσαι , τρως ... οι ώρες περνάνε// μήνες χρόνια πια δεν ξέρεις...Ίσως να ήταν μόνο λίγα δευτερόλεπτα, τι σημασία έχει, που είναι το πρόβλημα; Παράξενα παιχνίδια παίζει μόνο το μυαλό , όχι οι άνθρωποι, οι άνθρωποι είναι μικροί και προβλέψιμοι. Παράξενα παιχνίδια παίζει μόνο το μυαλό που δεν μπορεί να δει πόσο απλά είναι τα πράγματα, με μαθηματική ακρίβεια. &ξεφεύγει , κι εκτροχιάζεται. &ο άνθρωπος ξεφεύγει, κι εκτροχιάζεται. &η ζωή ξεφεύγει , σαν νερό απ’ το αυλάκι, κι ο άνθρωπος μόνος σαν δέντρο τελευταίο , σαν δέντρο απότιστο—κι ακούει φωνές παιδιών από κάποιον άλλο κήπο που δεν είναι ο δικός τους κι ακούει το κύμα να σκάει σε άλλα βράχια και το ποτάμι να τελειώνει σε άλλες θάλασσες - - - & ΞΕΡΕΙ : ξηρασία. Συνήθισες λοιπόν στο χαμηλό τεχνητό φωτισμό του διαδρόμου , στη χαμηλή περιεκτικότητα οξυγόνου, στη δυσοσμία , στις διεστραμμένες σκέψεις σου. Και τότε ξέρεις τι θα κάνεις με απόλυτη ψυχραιμία και μαθηματική ακρίβεια υπολογισμένο : θα πεθάνεις ... πέφτοντας από το παραθυράκι δέκα ορόφους ψηλά & θα προσγειωθείς , με μαθηματική ακρίβεια υπολογισμένο, σ’ έναν ακάλυπτο χώρο και ένα είναι το σίγουρο αποτέλεσμα , θα πεθάνεις , γιατί βλέπεις τα πτώματα των προηγούμενων χαλί πάνω στον πάτο του κτιρίου, κι όμως θέλεις κι εσύ να βρίσκεσαι εκεί στην αιώνια λήθη ,μακάβριο θέαμα για τον επόμενο, μέχρι να ’ρθει κι η σειρά του. Είναι μεγάλο πράγμα η μνήμη. Είναι μεγάλο πράγμα να μπορείς να ξεχνάς. Κάθε μέρα είναι διαφορετική, κάθε μέρα ο ήλιος είναι ένα δώρο ... μπήκε απ’ το παράθυρο απρόσκλητος και σ’ έκλεψε σαν τρελός εραστής. Κάθε λάθος σαν να μην έγινε, κάθε πόνος σαν να μην δόθηκε, κάθε δρόμος σαν να μην περπατήθηκε & να περπατιέται για πρώτη φορά... &η καρδιά χτυπά τους πρώτους της χτύπους σε πρωτόγονα τύμπανα κι είναι νεογέννητο που κλαίει γιατί πεινάει, τόσο απλά. Το χτες δεν υπάρχει, έτσι δεν υπάρχει και το αύριο, ο χρόνος συμπυκνώνεται σε μια μικρή στιγμή που ούτε την καταλαβαίνει κανείς /// ΑΛΛΑ πώς να ξεχάσει κανείς την ανάμνηση. Και πώς να ξεχάσει το δάσος που στοιχειώνουν ξωτικά τους δρόμους της πόλης τη νύχτα μια αγκαλιά που στένεψε ή που άνοιξε τα χέρια άφησε το κορμί που αγκάλιαζε κι έσβησε στους καπνούς Θεέ μου τα κάστρα τα χτισμένα σε βουνά τη ζούγκλα με τους χορούς των ιθαγενών και τους εξωτικούς καρπούς το δωμάτιο που έγινε ο πιο τρομερός βιασμός τον ήλιο να ζεσταίνει τη θάλασσα τη θάλασσα να παγώνει το κορμί τα σεντόνια που ήθελαν άλλαγμα τον ετοιμοθάνατο τον πεθαμένο το χιόνι που λάσπωνε τα παπούτσια του τέτοιο χιόνι και μαζί το βλέμμα που καρφώθηκε κάπου μακριά σε κάποια κεραία νομίζω- τη μαγική παραλία// κι απ’ όλα πιο καθαρογραμμένο στον πίνακά μας με κιμωλίες χρωματιστές : τα λόγια/// ΑΛΛΑ το μυαλό παίζει παράξενα παιχνίδια , κι έχει ένα πολύ αγαπημένο που το παίζει μ’ εσένα αντίπαλο και συμπαίκτη κι όλο χάνεις : θυμάται ό,τι θέλει να θυμάται και ξεχνάει ό,τι θέλει να ξεχνά—είναι κι αυτό μια μικρή ευτυχία ΑΛΛΑ τα ξεχασμένα σηκώνονται , επαναστατούν κι επιστρέφουν μεγεθυμένα , πελώρια—είναι κι αυτή μια παράξενη δικαιοσύνη, λίγος ακόμα πόνος, γιατί δεν είναι φαντάσματα είναι η αλήθεια έρχεται ξαφνικά και σε χτυπάει στο μάγουλο. Τη διώχνεις, επιστρέφει θυμωμένη , σε πετάει κάτω και σε κλωτσάει. Σηκώνεσαι, τη βρίζεις, τη διώχνεις , επιστρέφει μ’ ένα μαστίγιο στο χέρι, σε δένει σε μαστιγώνει αίματα παντού και σημάδια ουρλιάζεις καταριέσαι φτύνεις, φεύγει , μα μένεις δεμένος. Κι εκεί που λες θα κοιμηθώ να ονειρευτώ σε ξυπνάει τρομαγμένο από κάποιον εφιάλτη η φωνή της - ανοίγεις τα μάτια και στέκεται αυτή απέναντί σου μ’ ένα όπλο στο χέρι...-

(αστέρι)
(πέφτει)
(κύμα, λευκό στην άμμο)
(πόδια γυμνά στην άμμο που καίει)
(μαζί κάτω από μια κουβέρτα)
(αστέρια)
(μουσική απ’ το πάνω δωμάτιο)
(κάποτε που μάζευα αστερίες)
(άλμπουμ με φωτογραφίες)
(κοιμάται)
(ο ήλιος)

Wednesday, March 07, 2007

Κουράστηκα.
Δεν θέλω άλλες συμβουλές.
Είναι αρκετές μέρες που σταμάτησα τα φάρμακα.
Σήμερα η πρώτη κρίση.
Κουράστηκα.
Θέλω μόνο να ρίξω ένα μήνυμα σ' ένα μπουκάλι.
Μόνο που πια δεν ξέρω τι να γράψω. Κι έτσι...
βρήκα κάτι που έγραψα πριν χρόνια, διαβάζοντας Ρίλκε:


‘‘Denn ihm auch haftet immer an , was uns
oft überwältigt , - die Erinnerung ,
als sei schon einmal das , wonach man drängt ,
näher gewesen , treuer und sein Anschluβ
unendlich zärtlich. Hier ist alles Abstand
und dort wars Atem. Nach der ersten Heimat
ist ihm die zweite zitterig und windig.’’

Σ’ ΑΥΤΗ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΑΤΡΙΔΑ τρεμούλιασμα απ’ το κρύο κι άνεμος δυνατός... θα πει: αφιλόξενη πατρίδα. Εγώ την ονομάζω χειμώνα.
-Ποια είναι η πρώτη πατρίδα, όμως ; Πού&πότε ;
Μα αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι αρκετές να την αγγίξουν-
«Εδώ όλα είναι απόσταση / κι εκεί ήταν ανάσα»
Εδώ... θα πει: εδώ τώρα εγώ οι άλλοι
Εκεί... θα πει:
Πρώτη πατρίδα ανάσα, αέρας, αναπνοή, ζωή ...
Ήσουν εκεί κάποια στιγμή;
Καρδιά που ψάχνει τη θέση της να βρει;
Ποτέ- —ποτέ, κανείς και πουθενά
μόνο πριν γεννηθεί πριν φοβηθεί πριν κουραστεί

- Κι είναι μια (σχεδόν) ξεχασμένη πατρίδα -
μόνο λίγο το άρωμά της, ανάμνηση αμυδρή, καμιά φορά που στέκομαι στον ήλιο & φυσάει απαλό αεράκι, αίσθηση από-κοσμη, μια διαίσθηση
δια-περαστική, (ήρθε από κάπου αλλού ;)
«κρυμμένο φως πίσω απ’ το φως» , το λέω.

- Κι εδώ όλα είναι απόσταση , που θα πει: χωρισμός, διαχωρισμός, το ένα απέχει απ΄το άλλο κι ο άνθρωπος απ΄τον άνθρωπο κι εγώ από εσένα κι εγώ απ’τα πράγματα - - κι η σκέψη απ΄τη λέξη, κι η λέξη απ’ τη φωνή, κι η φωνή απ’ την καρδιά, κι η καρδιά απ’το χέρι και το χτες απ΄το σήμερα , το σπίτι απ’ το δρόμο ...

ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
στ’ όνειρό μου είδα
μεσ’ απ΄ το γυαλί
μια ανατολή
πριν την καταιγίδα
να με προσκαλεί
ΠΡΩΤΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
που;
βρέχει πολύ
κι έχει σβηστεί
ο δρόμος

Tuesday, March 06, 2007

Im Juli

-Sag mir, dein Name, Melek... bedeutet er irgendwas?
-Engel.
-Das passt zu dir.
-Danke. Aber du kennst mich doch gar nicht.

Monday, March 05, 2007

πέρασα ξυστά...στη θάλασσα/κοχύλι
//έσκυψα στο αυτί ΣΟΥ/άκουσα/χείλη/
μύριζαν τον αέρα ΣΟΥ/έγειρα,έσυρα/το αυτί
κοντά στο γόνατό μου//να μου πει για τότε που χτύπησε
σαν ήμουν ΜΙΚΡΗ/το δάχτυλό μου τρύπησε
από ένα κοχύλι-έμεινε βουβό-δεν μίλησε δεν είπε ούτε ένα/
απ' τα μυστικά του, εννοώ/
ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ, ξέρεις...
το κόκκινο δίχτυ στο μπλε της θάλασσας
μου φερε πάλλλλι, κοχύλλλια
(στα δίνω από τότε ψιθυριστά στα χείλια)

Saturday, March 03, 2007


πού πας μικρό αγόρι
να πολεμήσεις
με ψεύτικα σπαθιά
με πλαστικά όνειρα
κι ένα σακουλάκι Gummibaerchen
στην τσέπη

πού πας μικρό κορίτσι
να δεις
με γυάλινα μάτια
με διάφανα όνειρα
με άδεια χέρια
στις τσέπες

κάθε που λέω λίγη ευτυχία
η ζωή με τιμωρεί
"πώς τόλμησες;"
"νομίζεις θα παλέψεις με τα κύματα;
μάθε πρώτα να κολυμπάς"