Tuesday, January 30, 2007


πώς τριγυρνάει η μοναξιά σαν μαύρη γάτα μπροστά απ' την είσοδο του σπιτιού μου. Και τίποτα δεν την φοβίζει. Ίσως αν μαθαίναμε μια καινούρια γλώσσα?...
Κι ο θάνατος λοιπόν είναι κάτι που γίνεται, όπως το χιόνι...
Αν ήταν οι σκέψεις τραγούδια, αν μεταφράζονταν οι σκέψεις σε μουσική (αντί να γίνονταν αμέσως λέξεις/με μια απλή εξίσωση)
όταν η σιωπή θα μου τραγουδάει αντίο, τότε θα είναι ο μ ο ρ φ ι ά.

[αφιερωμένο στον Good As You]

Saturday, January 27, 2007


...ThErE hE wAs JuSt WaLkInG dOwN tHe StReEt...

Να μια απ΄τις φωτό μου που δεν ήταν αρκετά καλές, τι πήγε στραβά δεν ξέρω. Μες στο μυαλό μου ήταν όλες υπέροχες, ήταν απόκοσμες, ήταν "καλλιτεχνικές"/
και τι έμεινε απ' αυτές? ένα μίζερο περίσσευμα, μια καρικατούρα των εικόνων που έσκαγαν μικρά φλασάκια στο διεστραμμένο μυαλό μου/
και τι έμεινε? έγω, ένας τουρίστας να φωτογραφίζω τον αδερφό μου/κάτω απ' τον γνώριμο απογευματινό ήλιο/
και ΤΟΝ ρωτώ, για την ακρίβεια ρωτώ και τους δύο "γιατί δεν με βοηθήσατε"/
ΕΝΩ θα πρεπε να ρωτώ τον εαυτό μου "γιατί είσαι τόσο μικρός"/
ή το ΒΛΕΜΜΑ μου "γιατί με πρόδωσες;"
........
Αυτή η βδομάδα γεμάτη βίαια όνειρα, εξουθενωτικά
ΤΥΧΑΙΑ ΑΠΑΡΙΘΜΗΣΗ
- οι φίλοι μου, ενώ δίδασκα, με πέταξαν έξω απ' την αίθουσα, τα ήξεραν ήδη όλα, με χλεύαζαν
- άφησα για μισό λεπτό τα κλειδιά μες στο αμάξι, μπροστά απ' το περίπτερο το γνωστό πάνω στη λεωφόρο και κάποιος το έκλεψε
- δοκίμαζα ρούχα στο δοκιμαστήριο στο πολυκατάστημα του μέλλοντος για ένα πάρτυ στον διαστημικό σταθμό Β' και τίποτα δεν έκανε
- και λίγο πριν τελειώσουν όλα δίναμε ένα ραντεβού κάθε βράδυ στο όνειρο μου, το ίδιο γαμημένο ραντεβού, μπροστά απ' τον τεράστιο σιδηροδρομικό σταθμό μιας μεγαλούπολης, νομίζω για να φύγουμε από δω/ αλλά ποτέ δεν ερχόσουν/ ή δεν ερχόμουν εγώ

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ? ("ακροβατώ κι εγώ?")

Friday, January 05, 2007

Δεύτερο Όνειρο : Η πισίνα

Τότε λοιπόν κολυμπούσα
σε άγρια νερά πισίνας
"γιατί άγρια ;" θα ρωτήσεις...τι να πω, ο ουρανός ήταν γκρίζος, τα νερά ήταν γκρίζα, και πιο βασικό όλων : ήταν αγώνες
Ή μάλλον- ψέματα- βασικότερο όλων ΝΙΚΗΣΑ
είχα χρόνια να νικήσω σε κάτι
φαίνεται ήταν η σειρά μου να ζήσω την μικρή αυτή ψευδαίσθηση
νικησα, λέει, όλους τους ΑΝΤΡΕΣ
αλλά δεν βγήκε ήλιος, και δεν υπήρχε έπαθλο

και ξυπνώντας ΘΥΜΗΘΗΚΑ
ένα καλοκαίρι στο νησί, φωτεινό, σε μια άλλη πισίνα ΠΙΝΩΝΤΑΣ
μαλιμπού ανανά και μαρτίνι
ώσπου ΣΚΟΤΕΙΝΙΑΖΕ και το φεγγάρι μ έβαζε να πίνω βότκα ρεντ μπουλ
για να ΘΥΜΗΘΩ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ, που όλη την ώρα εκείνη κοίταγε ξεχασμένος σε μια γωνία
ΑΓΩΝΙΑ ΚΑΜΙΑ
καθώς ερχόταν η ώρα να βουτήξω στη θάλασσα
στην ασημί γραμμή πάνω στο μαύρο
έσπρωχνα μαλακά το κύμα
να ρθω να βρω έναν άντρα πίσω απ΄το μπαρ
που με ΠΕΡΙΜΕΝΕ
στο ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΜΕΡΑΣ
υ γ ρ ό ς

Thursday, January 04, 2007


είδα το πιο παράξενο όνειρο χτες
από γνωστούς, ένας φίλος από τα παλιά
τόσο παλιά και τόσο ξεχασμένος,που πια ΔΕΝ ΒΡΙΣΚΩ ούτε το τηλέφωνό του, κάπου στα παλιά τετράδια ή στις λίστες και στο σπίτι
είχε ξαπλώσει δίπλα μου ενώ εγώ κοιμόμουν
σ΄έναν στριμωγμένο καναπέ (μικρό σε πλάτος, αλλά βαθύ σαν θάλασσα, να βυθιστείς)
κι ήταν ο χώρος ένα δωμάτιο, ΜΙΚΡΟ σε πλάτος, και σ΄όλες του τις διαστάσεις , μόνο βαθύ και ζεστό (την αίσθηση που έχουμε ντάλα καλοκαίρι στην ακροθαλασσιά,
κοιτώντας προς τα έξω, τους ανθρώπους, που χάνεται η απεραντοσύνη, αλλά είναι ακόμα εκεί η ζεστασιά, ότι δηλαδή είμαστε όλοι ΕΚΕΙ, όσοι χρειάζονται)
έτσι με το δωμάτιο, κι έξω ήταν χειμώνας, και ΠΟΛΗ κάπου στο 2222.
ΜΑ ΜΕΣΑ στο μαγαζί ο κόσμος καθισμένος έπινε καφέ, σε στριμωγμένα τραπεζάκια, πιο πολύ θρανία σχολείου. ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ μοίραζε γλειφιτζούρια κι άλλα γλυκά.
Κάποιος απρόσεκτος περαστικός με ξύπνησε (πάνω που έβλεπα το πιο περίεργο όνειρο)
κι ο φίλος μου είπε "δεν ΠΕΙΡΑΖΕΙ, εδώ είμαστε πολύ κοντά ο ένας στον άλλο"
και σκέφτηκα "πάλι καλά που ξύπνησα, κάποιος με ΚΟΙΤΑΖΕΙ".
Κάποιος με κοίταζε απ το μπροστινό τραπέζι ενώ κοιμόμουν
κι ήταν όμορφος ή έτσι μου φάνηκε ανάμεσα σε ξύπνιο κι ύπνο.
Μου χάρισε ένα γλειφιτζούρι, κι εγώ το χάρισα σε μια κοπέλα που περνούσε, χοντρή
"αυτή το χρειάζεται περισσότερο από εμένα"
και πάνω που έλεγα να φύγω ( κι όλο περίμενα άλλο ένα βλέμμα του όμορφου ξένου)
πέρασε μια δεύτερη κοπέλα που μοίραζε καταλόγους ΜΕ ΤΑΙΝΙΕΣ
και ήμουν σίγουρη πως τις ταινίες αυτές τις είχα ξαναδεί όταν ήμουν ΠΑΙΔΙ
(ΟΜΩΣ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΑΝ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ΤΟ ΠΙΘΑΝΟΤΕΡΟ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΞΟΥΝ)
έμοιαζαν παλιές, έμοιαζαν ξεχασμένα διαμάντια κι αριστοθργήματα της 7ης Τέχνης
κι ήταν αυτό το φουτουριστικό καφέ μπαρ τόσο άνετο, που ο ένας δίπλα στον άλλο διαλέγαμε και βλέπαμε ταινίες όλα τα μέρη του σώματός μου ακουμπούσαν με τα σώματα των άλλων
ΚΙ Ο ΟΜΟΡΦΟΣ ΞΕΝΟΣ ΑΚΟΜΑ ΚΟΙΤΟΥΣΕ ΕΜΕΝΑ
μέσα σε μια ταινία, όταν όλοι απορροφημένοι
με πλησίασε να κάνουμε έρωτα
και στη μικρή στριμωγμένοι οθόνη ΤΟ ΕΙΔΑ ΝΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ
ΜΕ ΕΙΧΕ κολλήσει στον τοίχο
κι εγώ κι αυτός δεν είμασταν άλλο από μια σκηνή σε ταινία
που ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΓΥΡΙΣΤΕΙ, ΤΟ ΠΙΘΑΝΟΤΕΡΟ ΔΕΝ ΘΑ ΓΥΡΙΣΤΕΙ ΠΟΤΕ